Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανεπανάληπτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανεπανάληπτ|ος <-η, -ο> [anɛpaˈnaliptɔs] ΕΠΊΘ

1. ανεπανάληπτος (που δεν επαναλήφτηκε):

ανεπανάληπτος

2. ανεπανάληπτος (που δεν μπορεί να επαναληφτεί):

ανεπανάληπτος

3. ανεπανάληπτος (μοναδικός, εξαιρετικός):

ανεπανάληπτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский