Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαβρωτικότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαβρωτικότητα [ðiavrɔtiˈkɔtita] SUBST θηλ (δράση)

διαβρωτικότητα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский